ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΘΑΚΗ*
Πηγή : Αυγή
Τα ερωτήματα είναι απλά και θεμελιακά. Ποια είναι η ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας και πώς αυτή ερμηνεύεται μέσα στην κρίση; Υπάρχει αναβίωση του γερμανικού εθνικισμού; Πόσο συμβατή είναι αυτή η πολιτική με τη διαχείριση της κρίσης;
Η Γερμανία ήταν ο βασικός χρηματοδότης της ευρωπαϊκής ιδέας μέχρι το τέλος του ψυχρού πολέμου, το 1990. Ο αδιαπραγμάτευτος φιλοευρωπαϊσμός της Γερμανίας είχε διαμορφώσει μια οικονομική Ένωση στην Ευρώπη ταγμένη στην ιδέα της σύγκλισης των οικονομιών μέσω της αναδιανομής πόρων, κυρίως στην αγροτική οικονομία, αλλά, από τη δεκαετία του '80 και μετά, και στον πυλώνα της συνοχής με τη χρηματοδότηση υποδομών και κοινωνικών προγραμμάτων. Οι όροι υπό τους οποίους η Γερμανία συνέβαλλε στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό κρίθηκαν ασύμφοροι από τη θατσερική Αγγλία, το 1980, και τη σοσιαλδημοκρατική Σουηδία κατά την ένταξη της τελευταίας λίγο αργότερα, που απαίτησαν διαφορετικούς και ελαφρότερους όρους συνεισφοράς στον ευρωπαϊκό κορβανά.
Εν μέρει αυτό συνεχίστηκε, όταν η Γερμανία του Κολ βρέθηκε να στηρίζει τη διαδικασία της νομισματικής ενοποίησης της Ευρώπης και την ενοποίηση της Γερμανίας παράλληλα, διαδικασία αναμφίβολα μεγάλου οικονομικό κόστους, η οποία ταυτόχρονα επανέφερε την Γερμανία σε μια κατάσταση με σημαντικές ανισότητες στο εσωτερικό της - τόσο σε περιφερειακό επίπεδο όσο και σε κοινωνικό.
Από το 2000 και μετά η νέα σοσιαλδημοκρατική ατζέντα έθεσε τη Γερμανία προ των πυλών μιας τεράστιας οικονομικής και κοινωνικής αναδιάρθρωσης που απέβλεπε στη βίαιη προσαρμογή της προς τις επιταγές μιας ανοικτής παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Οι αλλαγές περιελάμβαναν την κατάργηση του κατώτατου μισθού, την μετατροπή 8 εκατομμυρίων μισθωτών σε “ελεύθερους επαγγελματίες” χάριν της ευελιξίας, τη δημιουργία εργοστασιακών συμβάσεων που συμψηφίζουν υπερωρίες με εποχιακές ώρες αργίας, και μία σχετική υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους και, κυρίως, των συντάξεων σε μια Γερμανία που δημογραφικά εισερχόταν σε περίοδο με πολύ γερασμένο πληθυσμό.
Η οικονομική προσαρμογή οδήγησε τη Γερμανία σε παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας, με μηδενικούς ή πολύ μικρούς ρυθμούς οικονομικής ανόδου. Μάλιστα, μόλις φάνηκε να αποκτά νέα δυναμική με βάση τις εξαγωγές -που αποτελούσε και τον στόχο της πολιτικής αυτής-, ήρθε η κρίση του 2008, η οποία σταμάτησε απότομα την ανάκαμψη (το 2009 βρέθηκε το ΑΕΠ στο -5%). Η κατάσταση επανήλθε σε δυναμικά επίπεδα αμέσως μετά και η γερμανική οικονομία μέσα στην κρίση συνεχίζει να αναπτύσσεται μέσω την εξαγωγών της, που έχουν φθάσει σε επίπεδα - ρεκόρ. Το 2012 οι εξαγωγές είναι 1,3 τρισ. ευρώ, που αντιπροσωπεύουν το 60% του ΑΕΠ της Γερμανίας.
Η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη της γερμανικής οικονομίας ενσωμάτωσε τις παλιές ανισότητες και δημιούργησε νέες. Οι κοινωνικές ανισότητες οξύνθηκαν, η φτώχεια έγινε συνηθισμένο φαινόμενο, παραδοσιακά και νεόπλουτα στρώματα απέκτησαν προνομιακά πεδία συσσώρευσης πλούτου. Η νέα δεξιά της Μέρκελ στηρίχτηκε στην ιδέα ότι η Γερμανία πρέπει να επαναδιαπραγματευτεί τη σχέση της με την Ε.Ε., αλλάζοντας πλήρως το παραδοσιακό μοντέλο τόσο των γερμανικών συνεισφορών όσο και την ιδέα της σύγκλισης των οικονομιών των χωρών της Ε.Ε. Έτσι, προέκρινε μια Ευρώπη ταγμένη στη δημοσιονομική και νομισματική σταθερότητα, συνεπώς μια Ευρώπη ταγμένη στη διαρκή προσαρμογή κάθε εθνικής οικονομίας στις ασύμμετρες συνέπειες της κρίσης όσο και στις ασύμμετρες επιδόσεις κατά την οικονομική άνοδο.
Αυτή η αναμόρφωση της Ευρώπης απαιτεί δύο πράγματα, που η Γερμανία δεν μπορεί εύκολα να πραγματώσει. Πρώτον, αλλαγή του γερμανικού συντάγματος προκειμένου να θεσμοθετηθούν οι δημοσιονομικές αρμοδιότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεύτερον, πλήρη αναμόρφωση της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, η οποία έχει εθιστεί σε εντελώς διαφορετική λειτουργία. Η Μέρκελ δεν αποτόλμησε το πρώτο. Προκλητικά προώθησε το δεύτερο, παρακάμπτοντας πλήρως τις Βρυξέλλες στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, καθώς και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Η δεξιά στη Γερμανία δοκιμάζεται τόσο στο εσωτερικό της, από τον εναγκαλισμό της με τα επιχειρηματικά συμφέροντα (παραίτηση πρόεδρου της δημοκρατίας) και τις πολιτικές συγκρούσεις που προκύπτουν από την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, και, επίσης, δοκιμάζεται στην υπόλοιπη Ευρώπη από την αλλαγή και την επαναδιαπραγμάτευση του ευρωπαϊκού παραδείγματος. Η κρίση της Ελλάδας αποτελεί το κομβικό σημείο ενός πολιτικού εγχειρήματος που στο επίκεντρό του έχει τις ίδιες τις πολιτικές συγκρούσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας, αλλά και τη φυσιογνωμία και το περιεχόμενο της ίδιας της Ευρώπης. Τα διακυβεύματα είναι περισσότερα του ενός.
*Ο Γ. Σταθάκης είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου