Τσέκερης Α.
Είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι ο κ. Βενιζέλος θυμήθηκε να προτείνει 6 σημεία αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης. Ακόμα πιο παρήγορο είναι ότι ξεσπάθωσε εναντίον «πολύ συγκεκριμένων επιχειρηματικών και εργοδοτικών κύκλων» που πειράζανε το Μνημόνιο για να κόψουν τους μισθούς. Δεν κατονόμασε κανέναν φυσικά, αλλά μην είμαστε πλεονέκτες. Προφανώς ο ίδιος, ως υπουργός Οικονομικών τότε, διάβαζε, και, παρά τα ουρλιαχτά της Αριστεράς και της χαμηλόμισθης κοινωνίας, δεν πήρε είδηση τι ακριβώς συμβαίνει.
Την ίδια στιγμή, η Νέα Δημοκρατία ανακαλύπτει ότι «ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ταυτίζεται στις θέσεις του με αυτά που επιθυμεί και η Ελλάδα». Δεν διευκρινίζει τι ακριβώς είναι που επιθυμεί η Ελλάδα. Κυρίως δεν διευκρινίζει τι έχει αλλάξει από τότε που, κατά τη Νέα Δημοκρατία πάντοτε, η Ελλάδα δεν επιθυμούσε τίποτα περισσότερο από το να δει τον Σαμαρά να μπαίνει στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Για να φωτογραφηθεί μετά με τη Μέρκελ, ως επισφράγισμα της μνημειώδους αυτής κωλοτούμπας.
Προφανώς ένα θετικό βήμα έχει συντελεστεί ήδη. Οι υπεύθυνες δυνάμεις του τόπου, μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, και το αποτέλεσμα που τις έφερε από το 77 στο 32%, ανακάλυψαν τις δυνατότητες της χώρας για επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Μέχρι τότε, κάθε συζήτηση περί διαπραγμάτευσης κοβόταν με το περίφημο «κόκκινη γραμμή είναι η παραμονή στο ευρώ». Που σε απλά λόγια σημαίνει «περιθώρια διαπραγμάτευσης δεν υπάρχουν, πρέπει να κάνουμε ό,τι μας λένε».
Πριν δυο χρόνια, όταν η Αριστερά μιλούσε για ευρωομόλογο, ή στάση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν «δεν τα διεκδικούμε για να μην πάρουν λάθος μήνυμα οι αγορές». Απέναντι στη γενική κοινωνική αγανάκτηση υψώνονταν φωνές τύπου «αν δεν υπήρχε το Μνημόνιο, θα έπρεπε να το εφεύρουμε». Ακόμα πιο επιθετικό ήταν το επιχείρημα ότι ο ελληνικός λαός αξίζει αυτά που του έχουν επιβληθεί με το Μνημόνιο - το περίφημο «μαζί τα φάγαμε». Και η πρωτοφανής καταστροφή των εργασιακών σχέσεων, του ασφαλιστικού συστήματος και του κοινωνικού κράτους κρυβόταν επιμελώς πίσω από γενικούς όρους όπως «μεταρρυθμίσεις» και «ανταγωνιστικότητα». Τι θα πάνε να διαπραγματευτούν τώρα;
Η κρίση κατέστρεψε την πολιτική απάθεια. Οι άνθρωποι θυμούνται, και καταλαβαίνουν. Θυμούνται ότι το ελάχιστο πλαίσιο που έθεσε η Αριστερά, δηλαδή να σταματήσει αμέσως η πολιτική εσωτερικής υποτίμησης, να μην κατεδαφιστεί το κοινωνικό κράτος και να ανακοπεί ο φαύλος κύκλος της ύφεσης, αντιμετωπίστηκε από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία ως τυχοδιωκτική και αντιευρωπαϊκή πολιτική. Καταλαβαίνουν ότι μπορεί η πολιτική των Μνημονίων να έχει αποτύχει ολοκληρωτικά, μπορεί ο ορίζοντάς της να φτάνει στο τελευταίο σκαλοπάτι πριν ο κόσμος μπει να λεηλατήσει τα σούπερ μάρκετ, μπορεί να είναι εντελώς άσχετη με την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα του χρέους, αλλά κάποιοι επενδύουν τεράστια συμφέροντα επάνω της.
Αυτός είναι ο λόγος που η πολιτική της «κόκκινης γραμμής για το ευρώ» δεν έπεισε κανέναν. Δεν πείθουν ούτε οι απειλές για αποβολή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, σε περίπτωση που ο κόσμος δεν ψηφίσει σωστά στις 17 Ιουνίου. Ο κόσμος τις καταγράφει ως αυτό που πραγματικά είναι: εκβιαστικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά μας, υπέρ των δύο μνημονιακών κομμάτων. Τέλος, παρά την καταστροφολογία, οι πολίτες δεν φαίνεται να ξεχνούν ούτε στιγμή ότι αν εμπιστευτούν τις δυνάμεις της υπευθυνότητας, μετά τις εκλογές τούς περιμένει μια ατελείωτη σειρά μέτρων, που θα κάνει ακόμα πιο δύσκολη την ήδη δύσκολη ζωή τους.
Παρά το αφόρητο κλίμα κινδυνολογίας, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δείχνει να υποχωρεί στις δημοσκοπήσεις. Τις επόμενες ημέρες θα έχουμε και άλλα. Αλλά μέχρι στιγμής η Αριστερά δείχνει να μην έχει άλλον αντίπαλο, εκτός από τις εσωτερικές της αντιφάσεις. Η ελληνική κοινωνία αντιστέκεται στο Μνημόνιο με πείσμα, και αυτό είναι το πιο αισιόδοξο νέο των τελευταίων χρόνων στην Ευρώπη.
Aπό την ΑΥΓΗ
Είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι ο κ. Βενιζέλος θυμήθηκε να προτείνει 6 σημεία αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης. Ακόμα πιο παρήγορο είναι ότι ξεσπάθωσε εναντίον «πολύ συγκεκριμένων επιχειρηματικών και εργοδοτικών κύκλων» που πειράζανε το Μνημόνιο για να κόψουν τους μισθούς. Δεν κατονόμασε κανέναν φυσικά, αλλά μην είμαστε πλεονέκτες. Προφανώς ο ίδιος, ως υπουργός Οικονομικών τότε, διάβαζε, και, παρά τα ουρλιαχτά της Αριστεράς και της χαμηλόμισθης κοινωνίας, δεν πήρε είδηση τι ακριβώς συμβαίνει.
Την ίδια στιγμή, η Νέα Δημοκρατία ανακαλύπτει ότι «ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ταυτίζεται στις θέσεις του με αυτά που επιθυμεί και η Ελλάδα». Δεν διευκρινίζει τι ακριβώς είναι που επιθυμεί η Ελλάδα. Κυρίως δεν διευκρινίζει τι έχει αλλάξει από τότε που, κατά τη Νέα Δημοκρατία πάντοτε, η Ελλάδα δεν επιθυμούσε τίποτα περισσότερο από το να δει τον Σαμαρά να μπαίνει στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Για να φωτογραφηθεί μετά με τη Μέρκελ, ως επισφράγισμα της μνημειώδους αυτής κωλοτούμπας.
Προφανώς ένα θετικό βήμα έχει συντελεστεί ήδη. Οι υπεύθυνες δυνάμεις του τόπου, μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, και το αποτέλεσμα που τις έφερε από το 77 στο 32%, ανακάλυψαν τις δυνατότητες της χώρας για επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Μέχρι τότε, κάθε συζήτηση περί διαπραγμάτευσης κοβόταν με το περίφημο «κόκκινη γραμμή είναι η παραμονή στο ευρώ». Που σε απλά λόγια σημαίνει «περιθώρια διαπραγμάτευσης δεν υπάρχουν, πρέπει να κάνουμε ό,τι μας λένε».
Πριν δυο χρόνια, όταν η Αριστερά μιλούσε για ευρωομόλογο, ή στάση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν «δεν τα διεκδικούμε για να μην πάρουν λάθος μήνυμα οι αγορές». Απέναντι στη γενική κοινωνική αγανάκτηση υψώνονταν φωνές τύπου «αν δεν υπήρχε το Μνημόνιο, θα έπρεπε να το εφεύρουμε». Ακόμα πιο επιθετικό ήταν το επιχείρημα ότι ο ελληνικός λαός αξίζει αυτά που του έχουν επιβληθεί με το Μνημόνιο - το περίφημο «μαζί τα φάγαμε». Και η πρωτοφανής καταστροφή των εργασιακών σχέσεων, του ασφαλιστικού συστήματος και του κοινωνικού κράτους κρυβόταν επιμελώς πίσω από γενικούς όρους όπως «μεταρρυθμίσεις» και «ανταγωνιστικότητα». Τι θα πάνε να διαπραγματευτούν τώρα;
Η κρίση κατέστρεψε την πολιτική απάθεια. Οι άνθρωποι θυμούνται, και καταλαβαίνουν. Θυμούνται ότι το ελάχιστο πλαίσιο που έθεσε η Αριστερά, δηλαδή να σταματήσει αμέσως η πολιτική εσωτερικής υποτίμησης, να μην κατεδαφιστεί το κοινωνικό κράτος και να ανακοπεί ο φαύλος κύκλος της ύφεσης, αντιμετωπίστηκε από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία ως τυχοδιωκτική και αντιευρωπαϊκή πολιτική. Καταλαβαίνουν ότι μπορεί η πολιτική των Μνημονίων να έχει αποτύχει ολοκληρωτικά, μπορεί ο ορίζοντάς της να φτάνει στο τελευταίο σκαλοπάτι πριν ο κόσμος μπει να λεηλατήσει τα σούπερ μάρκετ, μπορεί να είναι εντελώς άσχετη με την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα του χρέους, αλλά κάποιοι επενδύουν τεράστια συμφέροντα επάνω της.
Αυτός είναι ο λόγος που η πολιτική της «κόκκινης γραμμής για το ευρώ» δεν έπεισε κανέναν. Δεν πείθουν ούτε οι απειλές για αποβολή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, σε περίπτωση που ο κόσμος δεν ψηφίσει σωστά στις 17 Ιουνίου. Ο κόσμος τις καταγράφει ως αυτό που πραγματικά είναι: εκβιαστικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά μας, υπέρ των δύο μνημονιακών κομμάτων. Τέλος, παρά την καταστροφολογία, οι πολίτες δεν φαίνεται να ξεχνούν ούτε στιγμή ότι αν εμπιστευτούν τις δυνάμεις της υπευθυνότητας, μετά τις εκλογές τούς περιμένει μια ατελείωτη σειρά μέτρων, που θα κάνει ακόμα πιο δύσκολη την ήδη δύσκολη ζωή τους.
Παρά το αφόρητο κλίμα κινδυνολογίας, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δείχνει να υποχωρεί στις δημοσκοπήσεις. Τις επόμενες ημέρες θα έχουμε και άλλα. Αλλά μέχρι στιγμής η Αριστερά δείχνει να μην έχει άλλον αντίπαλο, εκτός από τις εσωτερικές της αντιφάσεις. Η ελληνική κοινωνία αντιστέκεται στο Μνημόνιο με πείσμα, και αυτό είναι το πιο αισιόδοξο νέο των τελευταίων χρόνων στην Ευρώπη.
Aπό την ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου