Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Σχετικά με το ενιαίο κόμμα


Aντρέ Ντερέν, «Λουόμενοι», 1908

    του Βασίλη Ασημακόπουλοu

Πηγή ενθέματα

Σε προηγούμενα άρθρα στην κυριακάτικη Αυγή αναφερόμασταν στη διαμόρφωση των μνημονιακών πολιτικών δυνάμεων (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ-ΛΑΟΣ-ΔΗΣΥ) μέσα από την πουλαντζική αναλυτική κατηγορία της εστίας ενιαίου κόμματος (5.2.2012), στη συζήτηση περί μετώπων και στη διαφαινόμενη ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ ως πυρήνα του μετώπου λαϊκής ενότητας των κυριαρχούμενων τάξεων στην πάλη τους κατά του μνημονίου (26.2.2012), απαριθμώντας μερικά από τα ζητήματα που έθετε μια τέτοια προοπτική.[1] Τα αποτελέσματα των δύο εκλογικών αναμετρήσεων, η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ ως ηγεμονικού μετωπικού σχήματος και οι διεργασίες για τη μετατροπή του σε ενιαίο κόμμα της Αριστεράς επιβεβαίωσαν τις εκτιμήσεις μας. Επισημαίνουμε ότι δεν πρόκειται για παρατηρήσεις κάποιου τρίτου σχολιαστή των εξελίξεων, αλλά για θέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα από τη συμμετοχή μας στη γενικότερη ιδεολογικοπολιτική πάλη της μνημονιακής συγκυρίας ή και προηγούμενα.


Αποδεχόμενοι τη θεώρηση των κομμάτων ως σχέσεων διπλής συνάρθρωσης, εκπροσώπησης κοινωνικών τάξεων-μερίδων-στρωμάτων και νομιμοποίησης της κυρίαρχης κρατικής πολιτικής,[2] θα διατυπώσουμε ορισμένους βασικούς προβληματισμούς γύρω από ζητήματα που θέτει το εγχείρημα της συγκρότησης ενιαίου κόμματος της Αριστεράς (στο οποίο ο Νέος Αγωνιστής αφετηριακά συμμετέχει), η σημασία του οποίου συνίσταται στο ότι δεν αποτελεί, κατά την εκτίμησή μας, εγκεφαλικό κατασκεύασμα ενός ηγετικού επιτελείου, αλλά προϊόν της όξυνσης των αντιθέσεων του καπιταλιστικού συστήματος στη χώρα μας και της κοινωνικής πάλης.Η ταξική πάλη, η κίνηση των κυριαρχούμενων στρωμάτων, η καθημερινή δράση των ανθρώπων, συνειδητή ή ασυνείδητη κατά τη διετή μνημονιακή περίοδο, με τα ειδικότερα ζητήματα που ανέδειξε (εθνική ανεξαρτησία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, επιβίωση) και τις μορφές που πήρε («πλατείες», μαχητικές απεργίες, διαδηλώσεις, ατομικές δράσεις), συγκρότησε το αντιμνημονιακό κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων αγκυρωμένο στο χώρο της μισθωτής εργασίας σ’ όλες τις διαστάσεις της (δημόσιο/ιδιωτικό τομέα, δευτερογενής/υπηρεσίες, σταθερή εργασία/επισφάλεια κλπ.) και πολιτικά διαμεσολαβήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, όπως αποτυπώθηκε στις εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου. Η παγίωση και εμβάθυνση των σχέσεων εκπροσώπησης είναι ένα από τα ζητούμενα του ενιαίου κόμματος. Η συνάντηση ευρέων λαϊκών και μικροαστικών κοινωνικών στρωμάτων, νέων κοινωνικών και πολιτικών αγωνιστών που εισέρχονται για πρώτη ίσως φορά στον πολιτικό αγώνα ή παλαιότερων που αποδεσμεύονται από τις προηγούμενες κομματικές εντάξεις τους, με τον υπαρκτό ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, τα κόμματα, τις συνιστώσες, τις συλλογικότητες και τους ανένταχτους αγωνιστές που τον απαρτίζουν, οδηγεί στην αναγκαιότητα της συγκρότησης του νέου κόμματος, συγχώνευσης, αφομοίωσης και υπέρβασης των υφιστάμενων σχηματισμών. Με όρους γκραμσιανούς, το εγχείρημα του ενιαίου κόμματος της Αριστεράς συνίσταται στη μετατροπή του εκλογικού ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε συλλογικό διανοούμενο και πολιτικό οργανωτή του αντιμνημονιακού κοινωνικού μπλοκ.

Η διαδικασία ενοποίησης θέτει οργανωτικά, θεωρητικά και πολιτικά ζητήματα. Η εσωτερική δημοκρατία και ο πλουραλισμός στη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ, λ.χ., αποτελεί κεκτημένο για το νέο κόμμα. Η σχέση με τα κοινωνικά κινήματα, η συμμετοχή, αλλά και ο σεβασμός στην αυτονομία τους, δυναμικό κομμάτι της ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να αφομοιωθεί δημιουργικά στον νέο σχηματισμό. Η κοινωνική γείωση μπορεί να προέλθει μέσα από τη συγκρότηση οργανώσεων βάσης με τη μορφή ανοιχτών συνελεύσεων, όπως ήδη γίνεται, κοινωνικών μορφωμάτων και δικτύων αλληλεγγύης, αλληλοβοήθειας κλπ. κατά το πρότυπο ενδεχομένως των εαμικών οργανώσεων της Εθνικής Αλληλεγγύης.[3] Η πολιτική διαδικασία δεν πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται ως αποκομμένη από την κοινωνία διεργασία, ως γραφειοκρατική διεκπεραίωση κρατικών υποθέσεων από επαγγελματίες του είδους. Αυτού του τύπου η αστική ολιγαρχικού χαρακτήρα πολιτική –που σε τελική ανάλυση αναπαράγει τον καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας και γι’ αυτό ακυρώνει προοπτικά το περιεχόμενο της Αριστεράς– απονομιμοποιήθηκε. Στόχος πρέπει να είναι η συγκρότηση ενός δημοκρατικού κόμματος μαζών, και όχι ενός μαζικού γραφειοκρατικού κόμματος.[4]
Το ιδεολογικό πλαίσιο αναφοράς δεν μπορεί να είναι μόνον η διακήρυξη και τα ντοκουμέντα του ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως, πρέπει να εμπλουτιστεί με την ιδεολογική και πολιτική εμπειρία της διετούς αντιμνημονιακής πάλης. Ενός αγώνα που έθεσε στο επίκεντρο τη διαδικασία ενσωμάτωσης του εθνικού σχηματισμού στην Ε.Ε., με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μνημονιακού εξαρτησιακού καθεστώτος που αποτυπώνει την εσωτερίκευση των εξωτερικών παραγόντων, όπως συναρθρώνονται με τους εγχώριους παράγοντες και συγκροτούν τον συνασπισμό εξουσίας.[5] Ο νέος κομματικός σχηματισμός πρέπει ρητά να οριστεί ως αντίπαλος του μνημονιακού καθεστώτος και των κοινωνικών δυνάμεων που κυρίαρχα εκπροσωπεί, που στις δοσμένες συνθήκες σημαίνει αγώνα με στρατηγικό στόχο τη σοσιαλιστική αλλαγή. Με δημοκρατία και ελευθερία. Με ενότητα του εθνικού με τον κοινωνικό αγώνα σε αντιιμπεριαλιστική-διεθνιστική κατεύθυνση και αυτοδιαχειριστική προοπτική. Με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, αλλά σε ανειρήνευτη πάλη απέναντι στον νεοφιλελεύθερο εξευρωπαϊσμό, όπως συγκεριμένα εκδηλώνεται στη συγκυρία με τη γερμανοποίηση της Ευρώπης. Με παραγωγική ανασυγκρότηση και ριζικούς θεσμικούς μετασχηματισμούς, συγκεκριμενοποιώντας την πρότασή μας. Και να τα διακηρύξει. Να μην φοβηθεί. Να οργανωθεί μέσα από την κατεύθυνση της ανάπτυξης της πάλης. Η παρουσία της Κ.Ο. κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της συγκυβέρνησης κινήθηκε προς την κατεύθυνση αυτή. Χαρακτηριστική επ’ αυτού ήταν η αντιμετώπισή της από το Συγκρότημα…
Τέλος, είναι γνωστό από τη θεωρία και την εμπειρία ότι η ανάδυση της γραφειοκρατίας συνιστά αντικειμενική τάση του κομματικού φαινομένου.[6] Στην τάση αναπαραγωγής του γραφειοκρατικού κοινωνικού στρώματος και στα ιδιαίτερα συμφέροντα που εκπροσωπεί, εγγράφονται οι ιδεολογικοί και υλικοί όροι της κυριαρχίας των σχέσεων νομιμοποίησης της κρατικής εξουσίας — νοουμένης ως υλικής συμπύκνωσης του κοινωνικού συσχετισμού στο πλαίσιο των δοσμένων σχέσεων παραγωγής και των οικονομικών καταναγκασμών του συστήματος–[7] με αποτέλεσμα την κρατικοποίηση του κόμματος σε βάρος των σχέσεων εκπροσώπησης, την ανατροπή της πολιτικής γραμμής και τελικά την αναίρεση του στρατηγικού στόχου. Είναι ο τρόπος συστημικής ενσωμάτωσης και ελέγχου ενός ριζοσπαστικού κινήματος. Θα επιχειρηθεί και στην τωρινή συγκυρία. Αυτό θα είναι το νόημα μιας ενδεχόμενης αποδοχής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ως κόμματος εξουσίας, ως πιθανής επόμενης κυβερνητικής εναλλαγής από τη μεριά του συστήματος. Η εμπειρία της διαδρομής του ΠΑΣΟΚ, μέσα από την εξέλιξη της εσωκομματικής του πάλης την περίοδο 1974-1985, την ανάδυση και κυριαρχία της γραφειοκρατίας του και την ενσωμάτωσή της στο κράτος, που οδήγησε στη δόμηση της εστίας ενιαίου κόμματος[8] μετά το 1986 και στη σταδιακή μεταμόρφωσή του στο ακριβώς αντίθετό του, από κόμμα της αντιιμπεριαλιστικής κοινωνικής αλλαγής σε πολιτική έκφραση του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου και της εγχώριας διαπλοκής, έχει αρκετά να μας διδάξει. Η αμφιθυμία που εκφράστηκε για το αποτέλεσμα της 17ης Ιουνίου, ενδεχομένως να αντανακλά τις διαθέσεις της υπό συγκρότηση γραφειοκρατίας, σε αντίθεση με τα εργατικά και λαϊκά στρώματα που βίωσαν το εκλογικό αποτέλεσμα ως ήττα. Και ίσως γι’ αυτό ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ ένιωσε την ανάγκη να κάνει μια σχετική αναφορά στο άνοιγμα των εργασιών της πρόσφατης Πανελλαδικής Συντονιστικής Επιτροπής.
Προχωράμε στην κατεύθυνση της ανοιχτής δημοκρατικής αντιγραφειοκρατικής συγκρότησης και δράσης, οριζόμαστε ως πολιτικοί αντίπαλοι του καρτελοποιημένου πολιτικού συστήματος και κοινωνικοί ανταγωνιστές του μνημονιακού καθεστώτος, διατυπώνουμε συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο με στρατηγικό στόχο τον σοσιαλισμό. Με ρυθμούς γρήγορους. Ο χρόνος στην πολιτική πάλη δεν είναι ουδέτερος.
O Bασίλης Ασημακόπουλος είναι δικηγόρος, μέλος της Σ.Ε. του Νέου Αγωνιστή
[1] Στην πλήρη τους μορφή τα άρθρα «Η διαμόρφωση των μνημονιακών πολιτικών δυνάμεων και η εστία ενιαίου κόμματος» και «Περί μετώπου» περιλαμβάνονται στη συλλογική έκδοση Έξοδος στο δρόμο για τη λαϊκή μεταπολίτευση, Τετράδια/Νέος Αγωνιστής, 2012.
[2] Χρ. Βερναρδάκης, «Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1974-1985. Σχέσεις εκπροσώπησης και σχέσεις νομιμοποίησης στο φως του πολιτικού και κοινωνικού ανταγωνισμού», αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Αθήνα 1995.
[3] Εθνική Αλληλεγγύη: Μια προσπάθεια κι ένας άθλος, το έργο της Εθνικής Αλληλεγγύης Ελλάδος, Αθήνα 1945.
[4] Κατά την εύστοχη διάκριση του Χριστόφορου Βερναρδάκη στην κλασική τυπολογία του M. Duverger, στο Χρ. Βερναρδάκης, Πολιτικά κόμματα, εκλογές και κομματικό σύστημα. Οι μετασχηματισμοί της πολιτικής αντιπροσώπευσης, 1990-2010, Σάκκουλας 2011, σ. 184 κ.ε.
[5] Ν. Πουλαντζάς, Η κρίση των δικτατοριών, Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς/Θεμέλιο 2006, σ. 22 (α΄ έκδ. στα ελληνικά: 1975).
[6] Ρ. Μίχελς, Κοινωνιολογία των πολιτικών κομμάτων στη σύγχρονη δημοκρατία, Γνώση 1997 (α΄ έκδ.: 1911).
[7] Σ. Σακελλαρόπουλος, Η Ελλάδα στη μεταπολίτευση, Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα 2001, σ. 268.
[8] Για την αναλυτική κατηγορία της εστίας ενιαίου κόμματος, Ν. Πουλαντζάς, Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, Θεμέλιο, Αθήνα 2001, σ. 339 κ.ε. (α΄ έκδ.: 1978).













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου